Tempranillo (temp-ra-nee-yo)
Αποτελεί την πιο σημαντική ερυθρή ποικιλία της Ισπανίας. Είναι κυρίως διάσημη εξαιτίας των κρασιών που παράγονται στις περιοχές Rioja και Ribera del Duero στον Ισπανικό Βορρά. “Temprano” στα ισπανικά σημαίνει “νωρίς”, κάτι που υποδηλώνει και τον πρώιμο χαρακτήρα της ποικιλίας (ωριμάζει γρηγορότερα από την πλειοψηφία των ποικιλιών της χώρας).
Φαίνεται να προέρχεται από το σημερινό Λίβανο (έφτασε λόγω των Φοινικικών αποικιών της Ιβηρικής χερσονήσου κατά την αρχαιότητα), ωστόσο οινοποιείται στην Ισπανία για περισσότερο από 2.000 χρόνια. Άλλες χώρες στις οποίες το Tempranillo καλλιεργείται σε μεγάλες εκτάσεις, είναι η Πορτογαλία, η Αργεντινή, οι ΗΠΑ, η Αυστραλία, ενώ σε μικρότερες εκτάσεις, τη βρίσκουμε σε όλο τον κόσμο.
Στην Πορτογαλία είναι γνωστή με το συνώνυμο της "Tinta Roriz" (και "Aragonez"), το οποίο συμμετέχει στο χαρμάνι των διάσημων ενισχυμένων κρασιών "Port". Στη χώρα μας, έχει κερδίσει αναγνωρισιμότητα, κυρίως χάριν οινοποιών της Μακεδονίας, ενώ ανεβαίνει και στην Πελοπόννησο τα τελευταία χρόνια.
Πρόκειται για μία ποικιλία, με ιδιαίτερη προσαρμοστικότητα σε διαφορετικά περιβάλλοντα, όσον αφορά το κλίμα, αλλά και το έδαφος. Γενικά, όμως, τα σπουδαιότερα αποτελέσματα έρχονται από περιοχές με ηπειρωτικό κλίμα. Αν και οι ράγες του σταφυλιού έχουν παχύ φλοιό, είναι πολύ κοντά η μία στην άλλη, με αποτέλεσμα το Tempranillo να είναι ευαίσθητο στο ωίδιο, αλλά και σε άλλες ασθένειες.
Συνήθη χαρμάνια, ιδίως στην Ιβηρική χερσόνησο, είναι αυτά που προκύπτουν από συνδυασμό του Tempranillo, με τις τοπικές ποικιλίες Garnacha (Grenache), Mazuelo (Carignan) και Graciano, ενώ σε κάποια θρυλικά κρασιά της κεντρικής Ισπανίας (πχ. το Vega Sicilia Unico) συνδυάζεται με το Cabernet Sauvignon.
Το Tempranillo δίνει κρασιά ροζέ αλλά κυρίως ερυθρά. Για τα δεύτερα, ανάλογα με την οινοποίηση και το διάστημα που ωριμάζει στο βαρέλι, μπορεί να δώσει κρασιά λιγότερο ή περισσότερο γεμάτα. Διακρίνεται κατά βάση για το βαθύ πορφυρό του χρώμα και τα αρώματα κόκκινων και μαύρων φρούτων, που συχνά συνδυάζονται με εκείνα του καπνού, της βανίλιας και του δέρματος. Στο στόμα, χαρακτηρίζεται από τονισμένη οξύτητα και σχετικά μαλακές τανίνες, ενώ σαν αίσθηση θα μπορούσαμε να πούμε ότι πρόκειται για τον ορισμό του "ζουμερού" (χυμώδους) κρασιού.
Συνδυάζεται ιδανικά με χοιρινό, μοσχάρι και αρνί, ειδικά όταν αυτά έχουν μαγειρευτεί αργά ενώ αποτελεί και ενδιαφέρον συνδυασμό για γεμιστά με κιμά.
Μ.Ψ.
Α.Τ.