Μανδηλαριά
Με ταπεινή αρχή από το ανεμοδαρμένο και ηλιοκαμμένο ανατολικό Αιγαίο, η παραγωγική αυτή ποικιλία έχει πλέον εξαπλωθεί, φθάνοντας πέρα και από τα νησιά των Κυκλάδων, στην Εύβοια, την Πελοπόννησο και την Κρήτη. Είναι γνωστή κατά τόπους με πολλά ονόματα όπως “Αμοργιανό” (Ρόδος), “Μαυροκουντούρα” (Εύβοια), Παριανό, Βάφτρα, Μαντηλάρι κ.α.
Συμμετέχει στους ερυθρούς οίνους ΠΟΠ Πεζά, ΠΟΠ Αρχάνες, ΠΟΠ Πάρος, ενώ είναι υπεύθυνη εξ ολοκλήρου για τον ερυθρό οίνο ΠΟΠ Ρόδος, ενώ είναι η δεύτερη ποικιλία σε φυτεμένες εκτάσεις στο Νότιο Αιγαίο.
Με τέτοια καταγωγή δεν είναι παράξενο που έχει αντοχή ενάντια στη ξηρασία και ανάλογα ευπάθεια στην υγρασία και το βοτρύτη. Στους Αιγαιοπελαγίτικους αμπελώνες συνήθως βρίσκουμε τα κλήματα διαμορφωμένα σε κύπελλο, φυτεμένα σε φτωχά εδάφη.
Ανήκει στις σπάνιες εκείνες ποικιλίες που, πέρα από τον έντονο χρωματισμό της φλούδας, διαθέτουν χρωματισμό και στο χυμό του σταφυλιού. Το γεγονός αυτό της έχει δώσει τον ρόλο του “ενισχυτικού” χρώματος και τανινών σε χαρμάνια ερυθρών ποικιλιών.
Οινοποιείται σπάνια μόνη της καθώς διαθέτει αρκετά σκληρά χαρακτηριστικά και χρειάζεται αμπελουργική και οινολογική φροντίδα ώστε οι παραγωγοί να την τιθασεύσουν. Τα κρασιά έχουν βαθύ χρώμα, χαρακτήρα μαύρων και κόκκινων φρούτων, ζωικά στοιχεία, ενώ διαθέτουν, μέση οξύτητα, μέτριο σώμα και πολύ στιβαρές τανίνες.
Συνηθέστερα, συμμετέχει σε μεγάλο αριθμό ερυθρών, ροζέ και επιδορπίων οίνων. Χαρακτηριστικό είναι το γνωστό Κρητικό χαρμάνι με το “μαλακό” Κοτσιφάλι. Στην Πάρο, μαζί με την λευκή ποικιλία Μονεμβασιά δίνουν τον τοπικό ερυθρό (αν και συνεισφέρει με μόλις 20%). Στην Σαντορίνη βρίσκεται σε μερικά κρασιά παρέα με το τοπικό Μαυροτράγανο.
Εξαιτίας της τραγανής δομής της κρασιά από Μανδηλαριά μπορούν να συνοδέψουν αρνίσια παιδάκια, κατσίκι στην γάστρα και αλλαντικά όπως η νησιωτική Λούντζα.